Μέγας Ανατολικός (αφιέρωμα εν προόδω)
ΠΗΓΗ: 24grammata
Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος.
Ι. Μια εκτίμηση
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος συνιστά μία από τις
σημαντικότερες μορφές της νέας, ελληνικής λογοτεχνίας. Η συνεισφορά του
δεν λογαριάζεται μονάχα στην εισαγωγή των υπερρεαλιστικών θεωριών, όπως
αυτές ήκμασαν στη παριζιάνικη πραγματικότητα. Ο Εμπειρίκος συνδυάζει τη
σύμπτωση και τον ευτυχή συγχρονισμό όλων αυτών των ανατρεπτικών ιδεών,
οι οποίες έμελλαν να μεταβάλουν οριστικά τη στόχευση της εικαστικής
δημιουργίας. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος ρεαλιστικοποιεί μες στην τέχνη του
όλες εκείνες τις παραμέτρους που θρέφουν και ορίζουν τον υπερρεαλισμό. Η
δημιουργική του δράση ίσως ακόμη και να ξεπερνά τη θεωρητική προσέγγιση
του υπερρεαλισμού, όπως διαμορφώθηκε, σύμφωνα με το δόγμα και τις
προτάσεις του Αντρέ Μπρετόν.
Η παρουσία του Ανδρέα Εμπειρίκου στην ελληνική, λογοτεχνική πραγματικότητα εντοπίζεται σε έργα κομβικής σημασίας, των οποίων η δυναμική επηρέασε την λογοτεχνική επικαιρότητα και έθεσε τις βάσεις για μια απροσδόκητη εξέλιξη στα ελληνικά γράμματα. Αποστασιοποιημένος από τις λογοτεχνικές συντροφιές, αποθανατίζοντας όψεις της Άνδρου και της εφηβείας ο Εμπειρίκος παραμένει ένα βαθύ, εικαστικό πνεύμα. Ο Γερμανός Άμπυ Βάρμπουργκ επισημαίνει. Η μεγαλοφυία της εποχής συνιστά μια πραγματική πράξη σύγκρουσης. Και δεν θα μπορούσαμε καλύτερα να συνοψίσουμε την πνευματική παρουσία του Ανδρέα Εμπειρίκου, παρά επιστρατεύοντας ένα τέτοιο θεώρημα, αντλημένο από τις πιο γενικές και θεμελιώδεις αρχές της τέχνης. Ο Εμπειρίκος μόνον κατά τα τελευταία έτη και με δεδομένη την ενδελεχή μελέτη του έργου του παρουσιάζεται σ΄όλο το εύρος των σημασιών του στο επαρχιακό, ελληνικό κοινό. Η βασική αυτή ιδιότητα, διατυπωμένη από τον Γιώργο Αριστηνό μπορεί να εξηγήσει εν μέρει την περιφρόνηση του έργου του Εμπειρίκου, επί σειρά ετών και την τελική αναγνώρισή του στις μέρες μας, με τη διοργάνωση ημερίδων και την έκδοση συγγραμμάτων, τα οποία προσεγγίζουν την κρυμμένη αλήθεια ενός σύγχρονου, σχεδόν βιομηχανικού έργου.
Η ψυχαναλυτική ενασχόληση του Ανδρέα Εμπειρίκου και μάλιστα σ΄επαγγελματικό επίπεδο, σε μια εποχή κατά την οποία η ελληνική κοινωνία βιώνει το τελικό και ολέθριο στάδιο μιας αυτιστικής τάσης μεταδίδει στο δημιουργό το υλικό και την ατμόσφαιρα για να προσεγγιστεί εκείνο το πεδίο που καλείται ψυχικό. Σ΄όλα τα έργα του Εμπειρίκου διαφαίνεται, όχι μόνο η αγωνία ενός κόσμου για την απειλούμενη ελευθερία του, αλλά και η βιομηχανική του ιδιότητα, μεταγγιζόμενη από μια διαρκή και ανεξάντλητη, εξελικτική πορεία. Ο Εμπειρίκος γράφει για την ελευθερία και τα μέσα της και την επίπτωσή της στο ίδιο το πρόσωπο. Και γι΄αυτό θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως στα χέρια του τα προκατασκευασμένα υλικά της τέχνης του λαμβάνουν νέες μορφές, ολότελα αντίθετες με την ηθικοπλαστική ρηχότητα της ελληνικής, λογοτεχνικής πραγματικότητας. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος επιδιώκει τη διαρκή ανανέωση, συγχρωτιζόμενος με δημιουργούς όπως ο Νίκος Γκάτσος. Απ΄άλλους δρόμους και οι δυο, σαν τους ηθοποιούς των αυτοσχέδιων λιμπρέτων του Μπόρχες, ο Εμπειρίκος συναντά το δημιουργό της Αμοργού. Με δεδομένη τη γνώση του παρελθόντος και την ατμόσφαιρα του συντριμένου, ελληνικού στοιχείου, ο δημιουργός υμνεί τον έρωτα, προετοιμάζει τις εορτές, την οριστική απελευθέρωση, την ανάσταση από την επιτηδευμένη αρχαιοφιλία και την αποστασιοποίηση από κάθε τάση και καλλιτεχνική πηγή. Είναι ελάχιστοι οι δημιουργοί εκείνοι, οι οποίοι όπως ο Εμπειρίκος διατυπώνουν ένα σαφές όραμα, επιστρατεύοντας την τέχνη για έναν σκοπό υψηλότερο και πιο γενικό. Στην περίπτωσή του η ρητή διατύπωση του Ανδρέα Φραγκιά λαμβάνει σώμα και πνεύμα. Οι εξειδικευμένες αναπαραστάσεις του Εμπειρίκου εκτείνονται διαρκώς προς το γενικότερο. Δεν πρόκειται για μια υποκατάσταση ανάλογη μ΄εκείνη του κυβισμού ή τις αναπαραστάσεις του ρεαλισμού. Η διαδικασία που ακολουθείται στην Οκτάνα, την Προσωπική Μυθολογία, την Υψικάμινο ή το Μυστικό της Πασιφάης συνιστά μια διαδικασία απώλειας. Ακριβώς αυτό το φαινόμενο συνιστά το μέσο με το οποίο καταστρώνεται και τελικά αναδεικνύεται η δημιουργία.Ο Ανδρέας Εμπειρίκος αποτελεί έναν συνεπή συνεχιστή της παράδοσης του νέου, όπως αυτή περιφραστικά περιέγραψε για πάντα τον ελληνικό μοντερνισμό.
Παρά την ευρεία πια αποδοχή του έργου του Εμπειρίκου, εντούτοις ένα από τα πιο εξαίσια δείγματα της λογοτεχνικής του ποιότητας παραμένει στο περιθώριο της κριτικής και της διάδοσης. Ο Μέγας Ανατολικός, το επίπονο αυτό δείγμα του ρεαλισμού παραμένει περιφρονημένο απ΄την κριτική και το ευρύτερο, αναγνωστικό κοινό. Η ελληνική πραγματικότητα αποδέχεται τον Μέγα Ανατολικό ως ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του βαθμού τόλμης του ίδιου του συγγραφέα και πολύ λιγότερο ως μια διαφοροποίηση στη στόχευση και τη δυναμική της μυθιστορηματικής γραφής. Με τον Ανατολικό ο Εμπειρίκος κοινωνεί τη μυστική εορτή των ερώτων, των χαμένων ελπίδων, του πνεύματος και των ονείρων που καταργήθηκαν μες σε βήματα λησμονημένα. Το πολύτομο αυτό έργο που δέχθηκε όσα ελάχιστα τη μήνη της κριτικής αναγνωρίζει σε ναύτες, παιδαγωγούς και ένστολους το πρόσωπο του θεού. Η απελευθέρωση του έρωτα, πέρα από τάξεις, οικονομικά κριτήρια, φύλα και εθνολογικές διαφοροποιήσεις δεν μπορούν παρά να σηματαδοτούν την έννοια μιας απόλυτης ελευθερίας. Τα δρώμενα που εξελίσσονται στα πλαίσια του ταξιδιού του μεγάλου υπερωκεάνειου είναι βαθιά ερωτικά, σωματικά. Το ίδιο ελληνικό πνεύμα που δίδαξε στους Φράγκους να εξομολογούνται και ψεύδονται σοφιζόμενοι ελευθερώνεται για να πραγματωθεί μες στα πολλαπλά σχήματα του έρωτα. Αυτός ο τελευταίος, μ΄όλη την πνευματικότητα και τη σωματικότητα που συνεπάγονται οι ψυχολογικές εμβαθύνσεις καταργεί το μυστήριο και τον τρόμο για να παραχωρήσει τη θέση του στην ακατάσχετη φαντασία όσων βιώνουν το τέλος των τάξεων και των περιορισμών.
Ο Μέγας Ανατολικός, ο οποίος θα μας απασχολήσει για τα σύμβολα, τα σημαινόμενα και τις γλωσσολογικές του υπερβάσεις γράφεται μεταξύ του 1945 και 1951. Σε μια εποχή βαθιάς κρίσης και πολιτικής αστάθειας, στην αφετηριακή εποχή του δράματος που θα οδηγήσει αργότερα στη θλιβερή επταετία ο Ανδρέας Εμπειρίκος διατυπώνει το λόγο του ως αντίβαρο στην ταραγμένη πραγματικότητα. Ο πορνογραφικός του χαρακτήρας, όπως αποδόθηκε επιφανειακά σ΄ένα από τα πιο σημαντικά έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας αποτέλεσε επί σειρά ετών τη βασική κριτική γραμμή των επικριτών του. Δεν εκτιμήθηκε ίσως ποτέ πως στα κουμπιά ενός ένστολου εν στύσει καθρεφτίζεται η ιστορία του έθνους και ο συσχετισμός του με την ελληνική πραγματικότητα. Δεν αναγνωρίστηκε η ίδια η ανανέωση του ελληνικού κόσμου ή μια σαφής, τουλάχιστον επιδίωξή της, όταν λαμβάνουν χώρα οι γεννετήσιες εκείνες πράξεις που αποσπούν τον κόσμο απ΄την καθημερινή του επιφάνεια και τον τοποθετούν για πρώτη φορά επίκεντρο μιας κατά το δυνατόν, μεταφυσικής ανανέωσης. Με άλλα λόγια μιλούμε για το θαυμαστό πραγματικό της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που θα αναδειχτεί στο έργο των πιο σημαντικών εκπροσώπων της, όπως ο Κορτάσαρ, ο Καρπεντιέρ και άλλοι που περισσότερο ή λιγότερο πάσχισαν να ανατρέψουν τα καθιερωμένα δόγματα της κοινωνίας και της εποχής τους. Τα ποικίλα, ερωτικά σχήματα, οι απρόβλεπτες γεωμετρίες, τα όρια του απρεπούς που καταργούνται εμπρός στο δέος της απόλαυσης θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ουσιαστική λύτρωση της ελληνικής κοινωνίας, την ώρα που θεσπίζει το πολυετές, επαρχιακό της προσωπείο. Σε τούτο το έργο μπορεί κανείς να βρει ατόφια τη μυστική ηδονή των αγίων, πριν την τελική απόφαση για απομόνωση και αφοσίωση. Και ακόμη τον πρώτο έρωτα της αδοκίμαστης έφηβης και ίσως την έννοια του έρωτα ως λαϊκή θρησκεία. Αυτή η χιμαιρική εποχή την οποία σηματοδοτεί ο Μέγας Ανατολικός τοποθετεί τον Ανδρέα Εμπειρίκος σ΄εκείνη την περίοπτη θέση των διανοούμενων που δεν φοβούνται τις έννοιες των λέξεων, το μέγεθος ή τη σημασία τους. Μες σ΄αυτό το ερωτικό αχανές του ποντοπόρου πλοίου εκτυλίσσεται το δράμα της ανθρωπότητας, η μεγάλη και ανεξάντλητη λατρεία του έρωτα στην πιο γνήσια και γι΄αυτό σωματική του έκφραση. Επινοήσεις, όπως θεοί, μοίρα, φαντασιώσεις όπως τα δρώμενα της ζωής καταργούνται εμπρός στη δυναμική του έρωτα. Αυτή την όψη της απόλαυσης, η οποία σε τίποτε δεν έχει να κάνει με διαπιστώσεις περί εκχυδαϊσμού της ζωής και των στοιχείων της. Οποιαδήποτε αναφορά σ΄άλλο θεό, πέρα από εκείνο του έρωτα, θ΄αποτελούσε μια σύμπτωση για το ανθρώπινο και ελεύθερο φορτίο του Μεγάλου Ανατολικού. Ο Γιώργος Χειμωνάς χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση του Ανατολικού συμπύκνωσε την πλοκή του σε μια μόνο έκφραση. Έκτοτε, όλοι αγαπιώνται σαν ακολασία.
Το ίδιο το έργο θα μας αποκαλύψει βαθμιαία τα δομικά και σημασιολογικά μυστικά του. Ο σκοπός των κειμένων που θ΄ακολουθήσουν άλλος δεν είναι παρά η κατοχύρωση του έργου ως ένα από τα πιο πρωτοπόρα δείγματα της ελληνικής λογοτεχνίας, υποκείμενο σ΄όλες τις τάσεις. Όπως ένας που βρίσκεται ηθελημένα αντιμέτωπος με τις πιο αντίξοες συνθήκες και τα ρεύματα τα πιο αντιφατικά, ο Εμπειρίκος αφήνεται στ΄όραμά του, επικαλούμενος τη δυναμική σημασία των συμβόλων, τις γλαφυρές αναπαραστάσεις που είναι μια σύνοψη ζωγραφική και φωτογραφική, τα συναισθήματα, εκφρασμένα πάντα σωματικά και στην πιο αγνή τους εκδοχή. Θα πρέπει να λογιστεί ως κοινός παρονομαστής κάθε μιας απ΄τις εκτιμήσεις που θ΄ακολουθήσουν η αναγνώριση και η πλήρης αποδοχή των αρχών εκείνων που διέπουν τις τρεις διαστάσεις της τέχνης. Η καλλιτεχνική ικανότητα, το στην καθ΄ομιλουμένην εκφερόμενο με τη μεταφυσική και μουσική λέξη ταλέντο. Η κορύφωση που καραδοκεί στα πιο φυσικά γεγονότα, το τυχαίο και αδιάφορο που αναδεικνύεται με ξαφνικές πτυχώσεις και τις συναρτήσεις των πιο ακραίων διαγραμμάτων. Και έπειτα η ευρύτητα, ο χωροταξικός σχεδιασμός σαν να λέμε, μιας πολίχνης με τις μικρές οδούς, τους ανθρώπους που χάνονται και προκύπτουν διαρκώς, τα ιδεολογικά όρια που καταρρίπτονται. Αυτά τα τελευταία ειδικά διαπιστώνονται φωτογραφικά και συνειδησιακά στο έργο του Εμπειρίκου, όταν τίποτε δεν ισχύει και δεν σημαίνει έξω και πέρα από την περιπετειώδη μονομέρεια του έρωτα. Ως πράξη και ιδεολογία εξ ενστίκτου. Σαν τον πολεμικό οίστρο χαμένων, λατινικών φυλών ή την επιτηδειότητα ενός γηραιού μουσικού έξω ακριβώς απ΄τα πωλητήρια χρυσού. Τέλος, συνιστώσα αυτού του κοινού παρονομαστή θ΄αποτελέσει το βάθος. Μ΄άλλον τρόπο η λογοτεχνία δεν τ΄όρισε, παρά με τη λαμπρή και ακατόρθωτη οικονομία των λέξεων. Αυτή η εσωτερικότητα, στοιχείο συγγενικό ανάμεσα στα έργα μέτρα της λογοτεχνικής δημιουργίας είναι η ιδιότητα η πιο δυναμική. Μιλούμε για μια εμβάθυνση με τον τρόπο και το ύφος του δημιουργού. Δεν εξετάζουμε την επιτυχία του σκοπού, τέτοια αξιοσύνη δεν την υιοθετούμε. Ανιχνεύουμε όμως μια πρόθεση που χαρακτηρίζει κάθε πρόσωπο ή σκηνοθεσία και οδηγεί την υπόθεση σ΄ένα προσωπικό επίπεδο, όπου συγκίνηση και διατύπωση συμπίπτουν. Η φόρμα και το συναίσθημα. Τα πρώτα μέλη της εξίσωσης του βάθους.
Ο Μέγας Ανατολικός είτε από μια πρωτη, εξασκούμενη γοητεία, είτε από την πραγματικότητα που πρόκειται να εκτυλισθεί εμπρός μου και ψήγματά της υφίστανται στην κινητικότητα των πρώτων περιγραφών, φαίνεται να ολοκληρώνει τις παραπάνω διαστάσεις. Ο Χαμένος Χρόνος που μας στιγμάτισε κάποτε, τώρα ολοκληρώνει τα κενά του με την ερωτική πράξη. Στο μεταίχμιο της άπνοιας, όταν τα πάθη μας μαίνονται τότε και μόνο τότε θα μπορούσαμε να εκπληρώσουμε την ταραγμένη μας ψυχή. Ουρλιάζοντας τη δυστυχία, το μέλλον του κόσμου, το πρώτο, σκοτωμένο σου άστρο, την ελευθερία που δεν έχει σε τίποτε να κάνει με ανεξάντλητους ουρανούς και βλασταίνει μέσα μας, δρέπποντας τ΄ανέφικτο και το σκοτεινό.Ο Ανδρέας Εμπειρίκος, -είναι διατυπωμένο ξανά-, δεν θα μιλούσε ποτέ στα παιδιά για το τέλος του αιώνα. Θα εγκατέλειπε την ποίηση, έχοντας πει όσα ονειρεύτηκα, αγαπώντας με πάθος τα πάντα, τόσο ώστε να συλλαβίζει μετά από χρόνια ξανά την όψη τους, σ΄ασπρόμαυρο χαρτί καρτ ποστάλ και τους εύζωνες να γυαλίζουν σε μια άλλη εποχή.Η πρόθεσή του, όπως συστήθηκε στα πρώτα του έργα, η συνέπειά του, η ίδια αυτή κατεύθυνση που δεν μεταβάλεται, επιβεβαιώνουν το σαφές όραμα του δημιουργού. Αυτό το έργο, με το πλοίο σύμβολο, με το βρεττανικό τοπίο της βιομηχανίας του Μέρσευ ποτέ δεν μπορείς να φανταστείς πως θ΄αποκτήσει μια τέτοια τροπή, ώστε από την ολοκαίνουρια, βιομηχανική εποχή να επιστρέφουμε ξανά στο μεσογειακό κλίμα, στην απελευθέρωση μες στο φως και τ΄άλλα, βαθιά, συστατικά μας στοιχεία. Οι επιβαίνοντες, θ΄αποδειχτεί, θ΄αποτελέσουν τους πρώτους πρόσφυγες της βιομηχανικής εποχής. Τους πρώτους, πολιτικούς πρόσφυγες του έρωτα Παύλο Μάτεσι.Μονάχα που η επιστροφή τους αυτή είναι στα καλοκαίρια των ενστίκτων, στους ερωτικούς ιδρώτες, την εφηβεία, σε πράγματα αυστηρώς σωματικά. Πρόκειται για μια ολοκαίνουρια ήπειρο, απ΄εκείνες που ποτέ δεν θ΄ανακαλύψουμε, ώσπου ένας συγγραφέας ή κάποιος παραληρηματικά θα μας εκμυστηρευτεί τ΄όνομα, την ιστορία της, ,όσα την κατέστησαν κάποτε μύθο.
Η παρουσία του Ανδρέα Εμπειρίκου στην ελληνική, λογοτεχνική πραγματικότητα εντοπίζεται σε έργα κομβικής σημασίας, των οποίων η δυναμική επηρέασε την λογοτεχνική επικαιρότητα και έθεσε τις βάσεις για μια απροσδόκητη εξέλιξη στα ελληνικά γράμματα. Αποστασιοποιημένος από τις λογοτεχνικές συντροφιές, αποθανατίζοντας όψεις της Άνδρου και της εφηβείας ο Εμπειρίκος παραμένει ένα βαθύ, εικαστικό πνεύμα. Ο Γερμανός Άμπυ Βάρμπουργκ επισημαίνει. Η μεγαλοφυία της εποχής συνιστά μια πραγματική πράξη σύγκρουσης. Και δεν θα μπορούσαμε καλύτερα να συνοψίσουμε την πνευματική παρουσία του Ανδρέα Εμπειρίκου, παρά επιστρατεύοντας ένα τέτοιο θεώρημα, αντλημένο από τις πιο γενικές και θεμελιώδεις αρχές της τέχνης. Ο Εμπειρίκος μόνον κατά τα τελευταία έτη και με δεδομένη την ενδελεχή μελέτη του έργου του παρουσιάζεται σ΄όλο το εύρος των σημασιών του στο επαρχιακό, ελληνικό κοινό. Η βασική αυτή ιδιότητα, διατυπωμένη από τον Γιώργο Αριστηνό μπορεί να εξηγήσει εν μέρει την περιφρόνηση του έργου του Εμπειρίκου, επί σειρά ετών και την τελική αναγνώρισή του στις μέρες μας, με τη διοργάνωση ημερίδων και την έκδοση συγγραμμάτων, τα οποία προσεγγίζουν την κρυμμένη αλήθεια ενός σύγχρονου, σχεδόν βιομηχανικού έργου.
Η ψυχαναλυτική ενασχόληση του Ανδρέα Εμπειρίκου και μάλιστα σ΄επαγγελματικό επίπεδο, σε μια εποχή κατά την οποία η ελληνική κοινωνία βιώνει το τελικό και ολέθριο στάδιο μιας αυτιστικής τάσης μεταδίδει στο δημιουργό το υλικό και την ατμόσφαιρα για να προσεγγιστεί εκείνο το πεδίο που καλείται ψυχικό. Σ΄όλα τα έργα του Εμπειρίκου διαφαίνεται, όχι μόνο η αγωνία ενός κόσμου για την απειλούμενη ελευθερία του, αλλά και η βιομηχανική του ιδιότητα, μεταγγιζόμενη από μια διαρκή και ανεξάντλητη, εξελικτική πορεία. Ο Εμπειρίκος γράφει για την ελευθερία και τα μέσα της και την επίπτωσή της στο ίδιο το πρόσωπο. Και γι΄αυτό θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως στα χέρια του τα προκατασκευασμένα υλικά της τέχνης του λαμβάνουν νέες μορφές, ολότελα αντίθετες με την ηθικοπλαστική ρηχότητα της ελληνικής, λογοτεχνικής πραγματικότητας. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος επιδιώκει τη διαρκή ανανέωση, συγχρωτιζόμενος με δημιουργούς όπως ο Νίκος Γκάτσος. Απ΄άλλους δρόμους και οι δυο, σαν τους ηθοποιούς των αυτοσχέδιων λιμπρέτων του Μπόρχες, ο Εμπειρίκος συναντά το δημιουργό της Αμοργού. Με δεδομένη τη γνώση του παρελθόντος και την ατμόσφαιρα του συντριμένου, ελληνικού στοιχείου, ο δημιουργός υμνεί τον έρωτα, προετοιμάζει τις εορτές, την οριστική απελευθέρωση, την ανάσταση από την επιτηδευμένη αρχαιοφιλία και την αποστασιοποίηση από κάθε τάση και καλλιτεχνική πηγή. Είναι ελάχιστοι οι δημιουργοί εκείνοι, οι οποίοι όπως ο Εμπειρίκος διατυπώνουν ένα σαφές όραμα, επιστρατεύοντας την τέχνη για έναν σκοπό υψηλότερο και πιο γενικό. Στην περίπτωσή του η ρητή διατύπωση του Ανδρέα Φραγκιά λαμβάνει σώμα και πνεύμα. Οι εξειδικευμένες αναπαραστάσεις του Εμπειρίκου εκτείνονται διαρκώς προς το γενικότερο. Δεν πρόκειται για μια υποκατάσταση ανάλογη μ΄εκείνη του κυβισμού ή τις αναπαραστάσεις του ρεαλισμού. Η διαδικασία που ακολουθείται στην Οκτάνα, την Προσωπική Μυθολογία, την Υψικάμινο ή το Μυστικό της Πασιφάης συνιστά μια διαδικασία απώλειας. Ακριβώς αυτό το φαινόμενο συνιστά το μέσο με το οποίο καταστρώνεται και τελικά αναδεικνύεται η δημιουργία.Ο Ανδρέας Εμπειρίκος αποτελεί έναν συνεπή συνεχιστή της παράδοσης του νέου, όπως αυτή περιφραστικά περιέγραψε για πάντα τον ελληνικό μοντερνισμό.
Παρά την ευρεία πια αποδοχή του έργου του Εμπειρίκου, εντούτοις ένα από τα πιο εξαίσια δείγματα της λογοτεχνικής του ποιότητας παραμένει στο περιθώριο της κριτικής και της διάδοσης. Ο Μέγας Ανατολικός, το επίπονο αυτό δείγμα του ρεαλισμού παραμένει περιφρονημένο απ΄την κριτική και το ευρύτερο, αναγνωστικό κοινό. Η ελληνική πραγματικότητα αποδέχεται τον Μέγα Ανατολικό ως ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του βαθμού τόλμης του ίδιου του συγγραφέα και πολύ λιγότερο ως μια διαφοροποίηση στη στόχευση και τη δυναμική της μυθιστορηματικής γραφής. Με τον Ανατολικό ο Εμπειρίκος κοινωνεί τη μυστική εορτή των ερώτων, των χαμένων ελπίδων, του πνεύματος και των ονείρων που καταργήθηκαν μες σε βήματα λησμονημένα. Το πολύτομο αυτό έργο που δέχθηκε όσα ελάχιστα τη μήνη της κριτικής αναγνωρίζει σε ναύτες, παιδαγωγούς και ένστολους το πρόσωπο του θεού. Η απελευθέρωση του έρωτα, πέρα από τάξεις, οικονομικά κριτήρια, φύλα και εθνολογικές διαφοροποιήσεις δεν μπορούν παρά να σηματαδοτούν την έννοια μιας απόλυτης ελευθερίας. Τα δρώμενα που εξελίσσονται στα πλαίσια του ταξιδιού του μεγάλου υπερωκεάνειου είναι βαθιά ερωτικά, σωματικά. Το ίδιο ελληνικό πνεύμα που δίδαξε στους Φράγκους να εξομολογούνται και ψεύδονται σοφιζόμενοι ελευθερώνεται για να πραγματωθεί μες στα πολλαπλά σχήματα του έρωτα. Αυτός ο τελευταίος, μ΄όλη την πνευματικότητα και τη σωματικότητα που συνεπάγονται οι ψυχολογικές εμβαθύνσεις καταργεί το μυστήριο και τον τρόμο για να παραχωρήσει τη θέση του στην ακατάσχετη φαντασία όσων βιώνουν το τέλος των τάξεων και των περιορισμών.
Ο Μέγας Ανατολικός, ο οποίος θα μας απασχολήσει για τα σύμβολα, τα σημαινόμενα και τις γλωσσολογικές του υπερβάσεις γράφεται μεταξύ του 1945 και 1951. Σε μια εποχή βαθιάς κρίσης και πολιτικής αστάθειας, στην αφετηριακή εποχή του δράματος που θα οδηγήσει αργότερα στη θλιβερή επταετία ο Ανδρέας Εμπειρίκος διατυπώνει το λόγο του ως αντίβαρο στην ταραγμένη πραγματικότητα. Ο πορνογραφικός του χαρακτήρας, όπως αποδόθηκε επιφανειακά σ΄ένα από τα πιο σημαντικά έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας αποτέλεσε επί σειρά ετών τη βασική κριτική γραμμή των επικριτών του. Δεν εκτιμήθηκε ίσως ποτέ πως στα κουμπιά ενός ένστολου εν στύσει καθρεφτίζεται η ιστορία του έθνους και ο συσχετισμός του με την ελληνική πραγματικότητα. Δεν αναγνωρίστηκε η ίδια η ανανέωση του ελληνικού κόσμου ή μια σαφής, τουλάχιστον επιδίωξή της, όταν λαμβάνουν χώρα οι γεννετήσιες εκείνες πράξεις που αποσπούν τον κόσμο απ΄την καθημερινή του επιφάνεια και τον τοποθετούν για πρώτη φορά επίκεντρο μιας κατά το δυνατόν, μεταφυσικής ανανέωσης. Με άλλα λόγια μιλούμε για το θαυμαστό πραγματικό της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που θα αναδειχτεί στο έργο των πιο σημαντικών εκπροσώπων της, όπως ο Κορτάσαρ, ο Καρπεντιέρ και άλλοι που περισσότερο ή λιγότερο πάσχισαν να ανατρέψουν τα καθιερωμένα δόγματα της κοινωνίας και της εποχής τους. Τα ποικίλα, ερωτικά σχήματα, οι απρόβλεπτες γεωμετρίες, τα όρια του απρεπούς που καταργούνται εμπρός στο δέος της απόλαυσης θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ουσιαστική λύτρωση της ελληνικής κοινωνίας, την ώρα που θεσπίζει το πολυετές, επαρχιακό της προσωπείο. Σε τούτο το έργο μπορεί κανείς να βρει ατόφια τη μυστική ηδονή των αγίων, πριν την τελική απόφαση για απομόνωση και αφοσίωση. Και ακόμη τον πρώτο έρωτα της αδοκίμαστης έφηβης και ίσως την έννοια του έρωτα ως λαϊκή θρησκεία. Αυτή η χιμαιρική εποχή την οποία σηματοδοτεί ο Μέγας Ανατολικός τοποθετεί τον Ανδρέα Εμπειρίκος σ΄εκείνη την περίοπτη θέση των διανοούμενων που δεν φοβούνται τις έννοιες των λέξεων, το μέγεθος ή τη σημασία τους. Μες σ΄αυτό το ερωτικό αχανές του ποντοπόρου πλοίου εκτυλίσσεται το δράμα της ανθρωπότητας, η μεγάλη και ανεξάντλητη λατρεία του έρωτα στην πιο γνήσια και γι΄αυτό σωματική του έκφραση. Επινοήσεις, όπως θεοί, μοίρα, φαντασιώσεις όπως τα δρώμενα της ζωής καταργούνται εμπρός στη δυναμική του έρωτα. Αυτή την όψη της απόλαυσης, η οποία σε τίποτε δεν έχει να κάνει με διαπιστώσεις περί εκχυδαϊσμού της ζωής και των στοιχείων της. Οποιαδήποτε αναφορά σ΄άλλο θεό, πέρα από εκείνο του έρωτα, θ΄αποτελούσε μια σύμπτωση για το ανθρώπινο και ελεύθερο φορτίο του Μεγάλου Ανατολικού. Ο Γιώργος Χειμωνάς χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση του Ανατολικού συμπύκνωσε την πλοκή του σε μια μόνο έκφραση. Έκτοτε, όλοι αγαπιώνται σαν ακολασία.
Το ίδιο το έργο θα μας αποκαλύψει βαθμιαία τα δομικά και σημασιολογικά μυστικά του. Ο σκοπός των κειμένων που θ΄ακολουθήσουν άλλος δεν είναι παρά η κατοχύρωση του έργου ως ένα από τα πιο πρωτοπόρα δείγματα της ελληνικής λογοτεχνίας, υποκείμενο σ΄όλες τις τάσεις. Όπως ένας που βρίσκεται ηθελημένα αντιμέτωπος με τις πιο αντίξοες συνθήκες και τα ρεύματα τα πιο αντιφατικά, ο Εμπειρίκος αφήνεται στ΄όραμά του, επικαλούμενος τη δυναμική σημασία των συμβόλων, τις γλαφυρές αναπαραστάσεις που είναι μια σύνοψη ζωγραφική και φωτογραφική, τα συναισθήματα, εκφρασμένα πάντα σωματικά και στην πιο αγνή τους εκδοχή. Θα πρέπει να λογιστεί ως κοινός παρονομαστής κάθε μιας απ΄τις εκτιμήσεις που θ΄ακολουθήσουν η αναγνώριση και η πλήρης αποδοχή των αρχών εκείνων που διέπουν τις τρεις διαστάσεις της τέχνης. Η καλλιτεχνική ικανότητα, το στην καθ΄ομιλουμένην εκφερόμενο με τη μεταφυσική και μουσική λέξη ταλέντο. Η κορύφωση που καραδοκεί στα πιο φυσικά γεγονότα, το τυχαίο και αδιάφορο που αναδεικνύεται με ξαφνικές πτυχώσεις και τις συναρτήσεις των πιο ακραίων διαγραμμάτων. Και έπειτα η ευρύτητα, ο χωροταξικός σχεδιασμός σαν να λέμε, μιας πολίχνης με τις μικρές οδούς, τους ανθρώπους που χάνονται και προκύπτουν διαρκώς, τα ιδεολογικά όρια που καταρρίπτονται. Αυτά τα τελευταία ειδικά διαπιστώνονται φωτογραφικά και συνειδησιακά στο έργο του Εμπειρίκου, όταν τίποτε δεν ισχύει και δεν σημαίνει έξω και πέρα από την περιπετειώδη μονομέρεια του έρωτα. Ως πράξη και ιδεολογία εξ ενστίκτου. Σαν τον πολεμικό οίστρο χαμένων, λατινικών φυλών ή την επιτηδειότητα ενός γηραιού μουσικού έξω ακριβώς απ΄τα πωλητήρια χρυσού. Τέλος, συνιστώσα αυτού του κοινού παρονομαστή θ΄αποτελέσει το βάθος. Μ΄άλλον τρόπο η λογοτεχνία δεν τ΄όρισε, παρά με τη λαμπρή και ακατόρθωτη οικονομία των λέξεων. Αυτή η εσωτερικότητα, στοιχείο συγγενικό ανάμεσα στα έργα μέτρα της λογοτεχνικής δημιουργίας είναι η ιδιότητα η πιο δυναμική. Μιλούμε για μια εμβάθυνση με τον τρόπο και το ύφος του δημιουργού. Δεν εξετάζουμε την επιτυχία του σκοπού, τέτοια αξιοσύνη δεν την υιοθετούμε. Ανιχνεύουμε όμως μια πρόθεση που χαρακτηρίζει κάθε πρόσωπο ή σκηνοθεσία και οδηγεί την υπόθεση σ΄ένα προσωπικό επίπεδο, όπου συγκίνηση και διατύπωση συμπίπτουν. Η φόρμα και το συναίσθημα. Τα πρώτα μέλη της εξίσωσης του βάθους.
Ο Μέγας Ανατολικός είτε από μια πρωτη, εξασκούμενη γοητεία, είτε από την πραγματικότητα που πρόκειται να εκτυλισθεί εμπρός μου και ψήγματά της υφίστανται στην κινητικότητα των πρώτων περιγραφών, φαίνεται να ολοκληρώνει τις παραπάνω διαστάσεις. Ο Χαμένος Χρόνος που μας στιγμάτισε κάποτε, τώρα ολοκληρώνει τα κενά του με την ερωτική πράξη. Στο μεταίχμιο της άπνοιας, όταν τα πάθη μας μαίνονται τότε και μόνο τότε θα μπορούσαμε να εκπληρώσουμε την ταραγμένη μας ψυχή. Ουρλιάζοντας τη δυστυχία, το μέλλον του κόσμου, το πρώτο, σκοτωμένο σου άστρο, την ελευθερία που δεν έχει σε τίποτε να κάνει με ανεξάντλητους ουρανούς και βλασταίνει μέσα μας, δρέπποντας τ΄ανέφικτο και το σκοτεινό.Ο Ανδρέας Εμπειρίκος, -είναι διατυπωμένο ξανά-, δεν θα μιλούσε ποτέ στα παιδιά για το τέλος του αιώνα. Θα εγκατέλειπε την ποίηση, έχοντας πει όσα ονειρεύτηκα, αγαπώντας με πάθος τα πάντα, τόσο ώστε να συλλαβίζει μετά από χρόνια ξανά την όψη τους, σ΄ασπρόμαυρο χαρτί καρτ ποστάλ και τους εύζωνες να γυαλίζουν σε μια άλλη εποχή.Η πρόθεσή του, όπως συστήθηκε στα πρώτα του έργα, η συνέπειά του, η ίδια αυτή κατεύθυνση που δεν μεταβάλεται, επιβεβαιώνουν το σαφές όραμα του δημιουργού. Αυτό το έργο, με το πλοίο σύμβολο, με το βρεττανικό τοπίο της βιομηχανίας του Μέρσευ ποτέ δεν μπορείς να φανταστείς πως θ΄αποκτήσει μια τέτοια τροπή, ώστε από την ολοκαίνουρια, βιομηχανική εποχή να επιστρέφουμε ξανά στο μεσογειακό κλίμα, στην απελευθέρωση μες στο φως και τ΄άλλα, βαθιά, συστατικά μας στοιχεία. Οι επιβαίνοντες, θ΄αποδειχτεί, θ΄αποτελέσουν τους πρώτους πρόσφυγες της βιομηχανικής εποχής. Τους πρώτους, πολιτικούς πρόσφυγες του έρωτα Παύλο Μάτεσι.Μονάχα που η επιστροφή τους αυτή είναι στα καλοκαίρια των ενστίκτων, στους ερωτικούς ιδρώτες, την εφηβεία, σε πράγματα αυστηρώς σωματικά. Πρόκειται για μια ολοκαίνουρια ήπειρο, απ΄εκείνες που ποτέ δεν θ΄ανακαλύψουμε, ώσπου ένας συγγραφέας ή κάποιος παραληρηματικά θα μας εκμυστηρευτεί τ΄όνομα, την ιστορία της, ,όσα την κατέστησαν κάποτε μύθο.
ΙΙ. Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ
Μία απ΄τις πτυχές του έργου του Ανδρέα Εμπειρίκου, μία από τις πιο σημαντικές εκφάνσεις της γενικότερης εργογραφίας του αποτέλεσε η φωτογραφική δραστηριότητα του Εμπειρίκου. Ένα ατελείωτο υλικό αρνητικών προσμένει ακόμη την εμφάνισή του. Η νεότητα, το νησιωτικό, αστικό τοπίο, μαθητές, νεανίσκες, αυτοπροσωπογραφίες σε σπίτια φίλων συνιστούν ένα μέρος μόνο απ΄την ανεξάντλητη θεματική του φακού του Εμπειρίκου. Εντοπίζοντας μες στον καθημερινό κόσμο τα πιο μεταφυσικά υλικά του, δεσμεύει με το φακό μια θαυμαστή όψη του πραγματικού. Με την ίδια ακριβώς αίσθηση, με την οποία υποβάλει παθητικά τα σέβη του στη νεότητα, την ανανέωση και την πνευματικότητα του ίδιου του ερωτισμού έτσι επιλέγει τα θέματα σε επίπεδο φωτογραφικό. Είναι σαφής ο τρόπος με τον οποίο ο ποιητής φωτογράφος συγχωνεύει τον ερωτισμό του Μεγάλου Ανατολικού με τα υγρά πρόσωπα των έφηβων κοριτσιών.
Στο αφιέρωμα της φιλολόγου Όλγας Ντέλα για τον φωτογράφο Ανδρέα Εμπειρίκο αποκαλύπτονται τα πλήθη των τοπίων που απασχόλησαν τον δημιουργό. Αναπαράγουμε από το κείμενο της Ντέλα.
Από τις παιδίσκες: Kοριτσάκι με όστρακο, Kοριτσάκι με γάτα, Kοριτσάκι με σκιά, Δεσποινίς Ξ.K., Δεσποινίς N.M., Δεσποινίς M.P., Kοριτσάκι στην plage, Kοριτσάκια στο Biarritz, Mικρές χαρτοπαίκτρες, Xοντρή και κοριτσάκι, Kοριτσάκι σε γέφυρα πλοίου, Kορίτσι σε παράθυρο, Kορίτσι με μπάλα κ.λπ. Kαι ορισμένα ονόματα: Aντριάνα και Eυδοκία, Eυδοκία και Aντριάνα, Mαριάνθη, Λιλή, MαρίαAπό την Eλλάδα: Περιστερεών, Eπερχομένη θύελλα, Παραπόρτι, Πετεινός, Tσιγγάνες, Aγοράκια, Λευκός τοίχος, Eκκλησία με άλμπουρο, Kάμπος στη Σαντορίνη, Aνάβασις, Kαφενείον Aπειράνθου, Mεταφορά βαρελιού, Ποδήλατο, Mελτέμι, Διαφήμισις Kαραγκιοζοπαίκτου, Παπάδες, Γυναίκα με μαντήλι, Aποκαμωμένη ταξειδιώτισσα, Λάμπα και άνθη, Στάμνα και πουλί, Xέρια με σκιές, Σπίτι και γάτα, Δωμάτιο με μπαλλόνι, Mπαλλέτο Σισμάνη, Φωτογραφική μηχανή κ.λπ.
Kαι από το εξωτερικό: Δάσος, Δενδροστοιχία, Σκωτική λίμνη, Bομβαρδισμένη συνοικία, Λαϊκή συνοικία στον Tάμεσι, Kούκλα σε παλαιοπωλείο, Nύκτα στο Παρίσι, Kοιμισμένος αλήτης, Γυμναστική, Mπαλλόνια και πλήθος, Παιδιά στην αμμουδιά, Kοιμωμένη στον ήλιο, Ξαπλωμένη, Tαυρομάχοι εξασκούμενοι, Άφιξις, Oμπρέλες, Iταλίδες στο Πόρτο Φίνο, Λουομένη και τέντες, Παιδιά στην αμμουδιά.
Από το Biarritz ως τις κόχες του στόματος της δεσποινίδος Ξ.Κ. υποβάλεται η αίσθηση του ταπεινού, του νεαρού και του άφθαρτου που συμβαίνει ακριβώς αυτήν την τόσο υποκειμενική στιγμή. Τα πορτραίτα του Εμπειρίκου αντλούν από τα στοιχεία του ελληνικού θέρρους και τη μεταφυσική που συνοδεύει την αισθητική και το αίσθημα του γνώριμου μας κόσμου. Γι΄αυτό και η παρουσία των σκιών και τ΄άλμπουρο του ναού και η Σαντορίνη, λιγότερη ηφαιστειογενής από ποτέ. Διότι σε κάθε μία απ΄αυτές προσωποποιείται στο έπακρο η κίνηση του κόσμου και η όψη του και η συνύπαρξη για μια μονάχα φορά πραγμάτων ετερόκλητων, ικανών ν΄αποκαλύψουν την ενότητα του κόσμου. Τίτλοι με περιεχόμενο πνευματικό και πάλι η πλούσια και ευρηματική εικονοποιεία του κόσμου.
Οι πρώτες αυτές προσεγγίσεις στο ύφος και τ΄αρχικό υλικό του Μεγάλου Ανατολικού δεν έχουν άλλο σκοπό παρά να συστήσουν τα βασικά, δομικά υλικά ενός έργου που αυτοσυστήνεται, με διάφανες προθέσεις ήδη απ΄τ΄αρχικά του στάδια. Η αναφορά μας στη φωτογραφική ιδιότητα του Ανδρέα Εμπειρίκου πραγματοποιείται για να καταστεί σαφής η ροπή του δημιουργού σ΄ολοζώντανες αναπαραστάσεις, όπως αυτές του Ανατολικού με την ένταση και το μαινόμενο, σαρκικό πάθος.
Καθώς θα εξελίσσεται το έργο και θα μεταφέρει αυτούσια ολόκληρη τη μηνυματική του προς τον αναγνώστη, τ΄αρχικά υλικά θα επιβεβαιώνονται. Ο Μεγάλος Ανατολικός είτε σαν πορνογράφημα, είτε σαν αιρετική ακόμη και σήμερα λογοτεχνία διαφοροποιείται. Τόσο στην πρόθεση, όσο και την ελευθερία, έτσι που ν΄ανακτά κομβική θέση στις πιο εντυπωσιακές τομές του ελληνικού λόγου. Σε κάθε εκτίμηση για το έργο και το συγγραφέα του οφείλει κανείς να μην λησμονεί την τόλμη και την παρότρυνση στην ελευθερία. Ιδεολογίες οι οποίες πραγματώνονται μόνο μες σ΄ένα καθεστώς ασύδοτης και πλήρους ελευθερίας.
Μία απ΄τις πτυχές του έργου του Ανδρέα Εμπειρίκου, μία από τις πιο σημαντικές εκφάνσεις της γενικότερης εργογραφίας του αποτέλεσε η φωτογραφική δραστηριότητα του Εμπειρίκου. Ένα ατελείωτο υλικό αρνητικών προσμένει ακόμη την εμφάνισή του. Η νεότητα, το νησιωτικό, αστικό τοπίο, μαθητές, νεανίσκες, αυτοπροσωπογραφίες σε σπίτια φίλων συνιστούν ένα μέρος μόνο απ΄την ανεξάντλητη θεματική του φακού του Εμπειρίκου. Εντοπίζοντας μες στον καθημερινό κόσμο τα πιο μεταφυσικά υλικά του, δεσμεύει με το φακό μια θαυμαστή όψη του πραγματικού. Με την ίδια ακριβώς αίσθηση, με την οποία υποβάλει παθητικά τα σέβη του στη νεότητα, την ανανέωση και την πνευματικότητα του ίδιου του ερωτισμού έτσι επιλέγει τα θέματα σε επίπεδο φωτογραφικό. Είναι σαφής ο τρόπος με τον οποίο ο ποιητής φωτογράφος συγχωνεύει τον ερωτισμό του Μεγάλου Ανατολικού με τα υγρά πρόσωπα των έφηβων κοριτσιών.
Στο αφιέρωμα της φιλολόγου Όλγας Ντέλα για τον φωτογράφο Ανδρέα Εμπειρίκο αποκαλύπτονται τα πλήθη των τοπίων που απασχόλησαν τον δημιουργό. Αναπαράγουμε από το κείμενο της Ντέλα.
Από τις παιδίσκες: Kοριτσάκι με όστρακο, Kοριτσάκι με γάτα, Kοριτσάκι με σκιά, Δεσποινίς Ξ.K., Δεσποινίς N.M., Δεσποινίς M.P., Kοριτσάκι στην plage, Kοριτσάκια στο Biarritz, Mικρές χαρτοπαίκτρες, Xοντρή και κοριτσάκι, Kοριτσάκι σε γέφυρα πλοίου, Kορίτσι σε παράθυρο, Kορίτσι με μπάλα κ.λπ. Kαι ορισμένα ονόματα: Aντριάνα και Eυδοκία, Eυδοκία και Aντριάνα, Mαριάνθη, Λιλή, MαρίαAπό την Eλλάδα: Περιστερεών, Eπερχομένη θύελλα, Παραπόρτι, Πετεινός, Tσιγγάνες, Aγοράκια, Λευκός τοίχος, Eκκλησία με άλμπουρο, Kάμπος στη Σαντορίνη, Aνάβασις, Kαφενείον Aπειράνθου, Mεταφορά βαρελιού, Ποδήλατο, Mελτέμι, Διαφήμισις Kαραγκιοζοπαίκτου, Παπάδες, Γυναίκα με μαντήλι, Aποκαμωμένη ταξειδιώτισσα, Λάμπα και άνθη, Στάμνα και πουλί, Xέρια με σκιές, Σπίτι και γάτα, Δωμάτιο με μπαλλόνι, Mπαλλέτο Σισμάνη, Φωτογραφική μηχανή κ.λπ.
Kαι από το εξωτερικό: Δάσος, Δενδροστοιχία, Σκωτική λίμνη, Bομβαρδισμένη συνοικία, Λαϊκή συνοικία στον Tάμεσι, Kούκλα σε παλαιοπωλείο, Nύκτα στο Παρίσι, Kοιμισμένος αλήτης, Γυμναστική, Mπαλλόνια και πλήθος, Παιδιά στην αμμουδιά, Kοιμωμένη στον ήλιο, Ξαπλωμένη, Tαυρομάχοι εξασκούμενοι, Άφιξις, Oμπρέλες, Iταλίδες στο Πόρτο Φίνο, Λουομένη και τέντες, Παιδιά στην αμμουδιά.
Από το Biarritz ως τις κόχες του στόματος της δεσποινίδος Ξ.Κ. υποβάλεται η αίσθηση του ταπεινού, του νεαρού και του άφθαρτου που συμβαίνει ακριβώς αυτήν την τόσο υποκειμενική στιγμή. Τα πορτραίτα του Εμπειρίκου αντλούν από τα στοιχεία του ελληνικού θέρρους και τη μεταφυσική που συνοδεύει την αισθητική και το αίσθημα του γνώριμου μας κόσμου. Γι΄αυτό και η παρουσία των σκιών και τ΄άλμπουρο του ναού και η Σαντορίνη, λιγότερη ηφαιστειογενής από ποτέ. Διότι σε κάθε μία απ΄αυτές προσωποποιείται στο έπακρο η κίνηση του κόσμου και η όψη του και η συνύπαρξη για μια μονάχα φορά πραγμάτων ετερόκλητων, ικανών ν΄αποκαλύψουν την ενότητα του κόσμου. Τίτλοι με περιεχόμενο πνευματικό και πάλι η πλούσια και ευρηματική εικονοποιεία του κόσμου.
Οι πρώτες αυτές προσεγγίσεις στο ύφος και τ΄αρχικό υλικό του Μεγάλου Ανατολικού δεν έχουν άλλο σκοπό παρά να συστήσουν τα βασικά, δομικά υλικά ενός έργου που αυτοσυστήνεται, με διάφανες προθέσεις ήδη απ΄τ΄αρχικά του στάδια. Η αναφορά μας στη φωτογραφική ιδιότητα του Ανδρέα Εμπειρίκου πραγματοποιείται για να καταστεί σαφής η ροπή του δημιουργού σ΄ολοζώντανες αναπαραστάσεις, όπως αυτές του Ανατολικού με την ένταση και το μαινόμενο, σαρκικό πάθος.
Καθώς θα εξελίσσεται το έργο και θα μεταφέρει αυτούσια ολόκληρη τη μηνυματική του προς τον αναγνώστη, τ΄αρχικά υλικά θα επιβεβαιώνονται. Ο Μεγάλος Ανατολικός είτε σαν πορνογράφημα, είτε σαν αιρετική ακόμη και σήμερα λογοτεχνία διαφοροποιείται. Τόσο στην πρόθεση, όσο και την ελευθερία, έτσι που ν΄ανακτά κομβική θέση στις πιο εντυπωσιακές τομές του ελληνικού λόγου. Σε κάθε εκτίμηση για το έργο και το συγγραφέα του οφείλει κανείς να μην λησμονεί την τόλμη και την παρότρυνση στην ελευθερία. Ιδεολογίες οι οποίες πραγματώνονται μόνο μες σ΄ένα καθεστώς ασύδοτης και πλήρους ελευθερίας.